Για τα έξι χρόνια που πέρασε στο Ηράκλειο ως ποδοσφαιριστής του Εργοτέλη αλλά και για το γεγονός που τον κρατάει ενεργό στην ποδοσφαιρική δράση στα 42 του χρόνια μίλησε σε μια εκ βαθέων συνέντευξη που παραχώρησε στο Μetrosport.gr ο Ντιέγκο Ρομάνο .
Αναλυτικά τα κυριότερα σημεία της συνέντευξης του Ντ. Ρομάνο:
Υπήρξαν στιγμές κατά τη διάρκεια της καριέρας σου που σκέφτηκες να αποσυρθείς;
«Ναι υπήρξαν, ειδικά μετά τον τελευταίο τραυματισμό μου το 2019 που ήμουν στον Εθνικό, πριν πάω στον Άρη Βούλας, ουσιαστικά τότε είχα σταματήσει για ένα διάστημα και μετά από κάποιους μήνες ήρθε ο πρόεδρος του Άρη Βούλας και μου έκανε την πρόταση να πάω στην ομάδα, ώστε να βοηθήσω την ομάδα και τις ακαδημίες. Εκεί πήρα ξανά τα πάνω μου, βλέποντας μια οργανωμένη ομάδα και έτσι ξανά έπαιξα ποδόσφαιρο. Στην αρχή βοηθούσε στις ακαδημίες, πλέον είμαι μόνο ποδοσφαιριστής».
Παρά τα 42 του χρόνια ο Ρομάνο συνεχίζει να αγωνίζεται όχι για τα χρήματα αλλά για την αγάπη και την τρέλα που έχει για το άθλημα και το πότε θα κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια παραμένει άγνωστο..
«Η αγάπη και η τρέλα που έχω για το ποδόσφαιρο με κρατάει ακόμη και αγωνίζομαι στα 42 μου. Είναι ένα τρόπος ζωής και δεν ξέρω πότε θα είμαι έτοιμος και αν είμαι έτοιμος κάποτε να σταματήσω. Τρελαίνομαι ακόμα σαν παιδάκι, για τις προπονήσεις, για τα παιχνίδια είναι κάτι που αγαπάω και αυτός είναι ο κυριότερος λόγος που συνεχίζω να παίζω, δεν υπάρχει κάποιο οικονομικό όφελος.
Κάθε μέρα σκέφτομαι πως κάποια στιγμή θα σταματήσω. Είναι μια δύσκολη απόφαση που πρέπει όμως να την πάρω, αλλά δεν ξέρω το πότε. Δεν θέλω να το σκέφτομαι, θέλω να δω πόσο αντέχει το κορμί μου. Σίγουρα όμως με ενδιαφέρει να προσφέρω στην ομάδα που αγωνίζομαι. Άμα δω ότι δεν μπορώ να προσφέρω τίποτα στην ομάδα τότε θα αναγκαστώ να πω μέχρι εδώ ήταν, γιατί νομίζω πως έχω φτιάξει ένα όνομα μέσα στο σεβασμό και δεν θέλω να το χαλάσω για τίποτα. Όταν καταλάβω ότι δεν μπορώ να προσφέρω τίποτα στους συμπαίκτες μου, στον προπονητή μου, στο σύλλογό μου θα είμαι ο πρώτος που θα πει τέλος».
Μια από τις μεγαλύτερες στιγμές στην καριέρα του ήταν η κλήση στην Κ17 της Εθνικής Αργεντινής, εκεί υπήρξε συμπαίκτης με τους Μιλίτο, Γκαλέτι, Μάξι Ροντρίγκες. Και όσα χρόνια και να περάσουν θα το θυμάται για πάντα.
«Έχω παίξει και ένα μεγάλο τουρνουά με την Κ17, ήταν κάτι που ακόμα το θυμάμαι και είναι ότι καλύτερο έχω καταφέρει στο ποδόσφαιρο. Έχουμε ένα γκρουπ στο What’s up και μιλάμε μεταξύ μας. Περισσότερο θυμόμαστε τα παλιά, τι περάσαμε μαζί και γελάμε σαν μικρά παιδιά. Όταν πάω στην Αργεντινή έχουμε πει να βρεθούμε όλοι μαζί. Με τον Γκαλέτι παίξαμε και ως αντίπαλοι και όταν στον Ολυμπιακό και στον ΟΦΗ. Δεν είχαμε μιλήσει πριν έρθει στην Ελλάδα, αλλά όταν ήρθε βρισκόμασταν, ειδικά όταν κατέβηκε στον ΟΦΗ και εγώ ήμουν στον Εργοτέλη κάναμε πολύ παρέα».
Πως προέκυψε η μεταγραφή σου στην Ελλάδα και στον Εργοτέλη;
«Ένας σκάουτερ είχε έρθει τότε στην Αργεντινή για να δει ορισμένους παίκτες, οποίος ήταν φίλος του κ. Καραγεωργίου, και με πρότεινε στον Εργοτέλη. Πάντα είχα το όνειρο να παίξω στην Ευρώπη, ήμουν τότε και σε μια ηλικία που δεν μπορούσα να αγνοήσω αυτή την πρόταση , ήμουν 28 χρονών. Και δόξα το θεό κατέληξα σε μια πάρα πολύ καλή ομάδα τότε. Ήταν ιδανική η περίπτωση της Ελλάδας και του Εργοτέλη και πάντα περίμενα για αυτή την ευκαιρία. Ήμουν τυχερός που με είδαν τότε στην Αργεντινή και με έφεραν στην Ελλάδα. Είμαστε ευτυχισμένοι που μείναμε στη χώρα και μεγάλωσαν τα παιδιά μας εδώ, ο κόσμος μας αγκάλιασε και μας σέβεται τόσα χρόνια. Ο Εργοτέλης ήταν η ευρωπαϊκή ομάδα που έκανε πρόταση».
Στο Ηράκλειο έζησε τα περισσότερα χρόνια της καριέρας του, έξι στο σύνολο. Αγαπήθηκε και αγάπησε την ομάδα και τον κόσμο της και μέχρι σήμερα είναι ένας από τους πιο αγαπητούς ποδοσφαιριστές που έχουν αγωνιστεί στον Εργοτέλη.
«Καμία σχέση ο Εργοτέλης ο τότε με τον Εργοτέλη που είναι τώρα. Ήταν από τις καλύτερες ομάδες στην Ελλάδα, είχαμε ένα τρομερό πρόεδρο και πέρασα υπέροχα στην ομάδα, για αυτό λέω ότι ήμουν τυχερός. Είχαμε πολύ καλο κλίμα μεταξύ μας όλοι οι ποδοσφαιριστές, αλλά αυτό προερχόταν από πάνω, από την διοίκηση. Ο πρόεδρος ήταν ένα φοβερός άνθρωπος, τα είχαμε όλα, ήταν μια ομάδα παράδειγμα. Σκεφτόμασταν μόνο να παίζουμε μπάλα, αυτό κράτησε για τρία χρόνια όμως και μετά ξεκίνησαν τα προβλήματα.
Αργότερα που η ομάδα είχε πέσει στη Γ Εθνική, είχα πρόταση να πάω να τους βοηθήσω, αλλά ήταν η πρώτη μου χρονιά στον Ηρακλή τότε και δεν μπορούσα να γυρίσω, προσπάθησα να βοηθήσω από άλλο πόστο, αλλά δεν έγινε τελικά. Ελπίζω κάποια στιγμή να μπορέσω να βοηθήσω τον Εργοτέλη και τον Ηρακλή, αυτές οι ομάδες μου έχουν προσφέρει πάρα πολλά και θέλω να ανταποδώσω όλα αυτά που μου έχουν δώσει».
Ότι και να συνέβαινε μέσα στο γήπεδο ο Ρομάνο ήταν πάντα με το χαμόγελο στα χείλη. Ο Αργεντινός άσος μπορεί να έγινε επαγγελματίας ποδοσφαιριστής, αλλά πάντα θα θυμάται το λόγο που ξεκίνησε να παίζει ποδόσφαιρο στους δρόμους του Ροσάριο.
«Ήμουν λίγο τρελός μέσα στο γήπεδο αλλά πάντα είχα το χαμόγελο, γιατί το ποδόσφαιρο είναι χαρά. Μεγάλωσα στους δρόμους και το βλέπω ότι είναι ένα παιχνίδι. Όταν γίνεσαι επαγγελματίας έχεις υποχρεώσεις, πρέπει να κάνεις χαρούμενους τους φιλάθλους, αλλά πάνω από όλα το ποδόσφαιρο είναι χαρά και πρέπει να το διασκεδάζουμε, δεν είναι τόσο τραγικό όπως το βλέπουμε κάποιες φορές».
Το είχες φανταστεί όταν έπαιζες στους δρόμους ότι θα φτάσεις εδώ που είσαι σήμερα και ειδικά να είσαι αγαπητός από όλους ακόμα και από οπαδούς αντίπαλων ομάδων;
«Αυτό που είπες στο τέλος είναι το καλύτερο που έχω καταφέρει στο ποδόσφαιρο. Δεν το περίμενα ποτέ, δεν το σκέφτηκα ποτέ. Τώρα καταλαβαίνω ότι έχω κάνει κάτι καλό στην καριέρα μου, ότι με σέβονται οι πάντες και εδώ στην Ελλάδα που είναι η χώρα που έχω αποφασίσει να μένω μαζί με την οικογένειά μου, είμαι τόσο ευχαριστημένος από το σεβασμό που μου έχουν δείξει και από την αγάπη που έχω λάβει, όχι μόνο από το κόσμο των ομάδων που αγωνίστηκα αλλά και από άλλους, για αυτό αποφασίσαμε να μείνουμε και να μεγαλώσουν εδώ τα παιδιά μας.
Όταν ήμουν μικρός το μόνο που ήθελα είναι να παίζω μπάλα, είχα όνειρα, αλλά να σέβονται το όνομά σου είναι κάτι μοναδικό και δεν το είχα φανταστεί».
Υπήρξε κάποια στιγμή στην καριέρα πρόταση από κάποια μεγάλη ελληνική ομάδα;
«Τη σεζόν 2011/12, όταν ήμουν στον Εργοτέλη, είχα αρχικά πρόταση από τον ΠΑΟΚ και αργότερα μπήκε και ο Ολυμπιακός. Μου είχε μιλήσει τότε ο προπονητής του ΠΑΟΚ, ο Λάζλο Μπόλονι, αλλά τραυματίστηκα και έμειναν όλα εκεί. Είχα πάθει ρήξη χιαστού και τελείωσαν όλα. Με τον ΠΑΟΚ είχαμε μια επικοινωνία, είχα μιλήσει με τους ανθρώπους του Εργοτέλη, αλλά δεν ήθελαν να με αφήσουν να φύγω, ήμουν και εγώ καλά στο Ηράκλειο και δεν είχα πάρει απόφαση τι να κάνω. Στα επόμενα χρόνια δεν υπήρχε ξανά πρόταση από άλλη μεγάλη ομάδα».