Τζιτζίκια, πουλάκια, καυτή ζέστη και πολλή ηρεμία. Ενα μεσημέρι στο Φράγμα της Θέρμης στη Θεσσαλονίκη αλλά και στο πάρκο στο Πανόραμα ήταν αρκετό για να γνωρίσουμε τον Κοσμά πίσω από τον Τσιλιανίδη που βλέπαμε στα γήπεδα αλλά και στα social media.
«Αυτό το μέρος που έχουμε έρθει είναι σαν ησυχαστήριο που έρχομαι με τη γυναίκα και το σκυλί μου». Εκεί αγαλιάζει. Εκεί ξεκουράζεται και βάζει σε τάξη τις σκέψεις, τις ανησυχίες του. Ο Κοσμάς Τσιλιανίδης πριν λίγες μέρες συγκλόνισε με το μήνυμά του, στην ανακοίνωση ότι στα 31 του σταματά το ποδόσφαιρο. «Στο τέλος μίσησα τον ίδιο μου τον εαυτό», έγραψε.
Σταματάει το ποδόσφαιρο στα 31 και συγκλονίζει στο «αντίο» του ο Τσιλιανίδης: «Στο τέλος μίσησα τον ίδιο μου τον εαυτό»
Μαγνήτισε και πάλι τα βλέμματα πάνω του. Μέσω του Gazzetta μιλά για πρώτη φορά για όσα τον βάραιναν. Η ανακούφιση που ένιωσε όταν εκτέθηκε και… επίσημα. Οι 15 μήνες που καθημερινά πονούσε. Η Χριστίνα του που ήταν πάντα εκεί – όπως ήταν υπομονετικά και καθ’ όλη τη διάρκεια της κουβέντας μας, μαζί με τη Φιέρα – τη σκυλίτσα του, η οποία μάλιστα τυφλώθηκε όταν ο «Τσίλια» έπρεπε να ανέβει το ψυχολογικό βουνό με τον τραυματισμό του.
Μαθήματα ζωής από έναν άνθρωπο που ξέρει πολύ καλά πώς είναι να παραμένεις στο φως όταν το σκοτάδι απλώνεται μέσα σου!
«Οι γονείς μου έπαιξαν τον πιο σημαντικό ρόλο για να πετύχω το όνειρο μου»
Τι σημαίνει αυτό το μέρος που μας έχεις φέρει σήμερα και τι σου θυμίζει από την παιδική σου ηλικία;
«Αυτό το μέρος που έχουμε έρθει είναι σαν ησυχαστήριο όπου έρχομαι με τη γυναίκα και το σκυλί μου. Έχουμε κάνει πολλές συζητήσεις εδώ. Για τη ζωή, για την καριέρα μου. Εδώ έχουν παρθεί αποφάσεις δύσκολες και είναι ένας χώρος που με εμπνέει, νιώθω καλά, είμαι κοντά στη φύση, κάτι που μου αρέσει πάρα πολύ, μακριά από την τσιμεντούπολη».
Ως παιδάκι, οραματιζόσουν ότι θα παίξεις ποδόσφαιρο ή προέκυψε;
«Η αλήθεια είναι ότι πάντα το ονειρευόμουν. Από μικρό παιδί το είχα κάνει εικόνα. Υπήρξα τυχερός και ικανός για να το πετύχω. Από 4 ετών που ξεκίνησα ήμουν μπροστά από μία τηλεόραση ή σε ένα γήπεδο για να βλέπω μόνο ποδόσφαιρο ή να παίζω. Μια ζωή τα καλοκαίρια μου ήταν μισά γιατί έκανα ατομικές προπονήσεις. Πάλευα να είμαι καλύτερος. Πάντα φανταζόμουν τον εαυτό μου μέσα στο ποδόσφαιρο. Ευτυχώς η ζωή τα έφερε έτσι και τα κατάφερα. Νιώθω πάρα πολύ τυχερός. Ποτέ για εμένα το ποδόσφαιρο δεν ήταν η μοναδική σημασία στη ζωή μου. Υπάρχουν άλλα πιο σημαντικά, τα οποία προσπαθώ μέσα από την καθημερινότητα μου να τα βγάζω προς τα έξω. Κάπως έτσι φτάσαμε στο τώρα».
Γονείς. Πόσο υποστηρικτικοί ήταν; Υπήρχε αθλητικό υπόβαθρο στην οικογένεια; Αδέρφια έχεις;
«Έχω μία αδερφή μικρότερη. Αθλητικό υπόβαθρο δεν υπήρχε. Ο πατέρας μου έπαιζε στα τοπικά πρωταθλήματα. Από νεαρή ηλικία και εγώ και η αδερφή μου ακολουθήσαμε τον αθλητισμό. Για την αδερφή μου μέχρι μία ηλικία και για εμένα αποτέλεσε όλη μου τη ζωή. Ένα μεγάλο κομμάτι τέλος πάντων. Η αδερφή μου έκανε κολυμβητήριο, μετά χορό. Εγώ καθαρά ποδόσφαιρο ταγμένος αλλά οι γονείς μου έπαιξαν σημαντικό ρόλο. Έτρεχαν μαζί μου σε όλη την Ελλάδα για το ποδόσφαιρο, ήταν υποστηρικτικοί. Έπαιξαν τον πιο σημαντικό ρόλο για να πετύχω το όνειρο μου».
Η πρώτη ομάδα που πήγες πώς προέκυψε;
«Ήταν στη γειτονιά μου, δίπλα από το σπίτι μου. Λεγόταν Αχιλλέας Τριανδρίας. Εκεί ξεκίνησα να παίζω ποδόσφαιρο, εκεί πήγαινα σχολείο οπότε η παρέα από το σχολείο βρισκόμασταν στις προπονήσεις. Μετά ήρθε ο Ηρακλής».
Ο Ηρακλής ήρθε σε εσένα ή εσύ στον Ηρακλή; Τον υποστήριζες μικρός και με ποιες εικόνες μεγάλωσες;
«Οι άνθρωποι του Ηρακλή προσέγγισαν τον πατέρα μου, όπως και αυτοί του ΠΑΟΚ τότε. Ξεχώριζα στην ηλικία μου. Η επιλογή του Ηρακλή έγινε λόγω της οργάνωσης που είχε η ακαδημία του, με προπονητές πολύ ικανούς και έτσι έκανα εγώ την επιλογή να πάω στον Ηρακλή. Ευτυχώς έκανα αυτή την κίνηση γιατί εκεί γνώρισα τους δύο κολλητούς μου, ο Μουρελάτος κι ο Μπέτας και έκανα και τα πρώτα μου βήματα ως επαγγελματίας».
Μου είπες για τη ξεχωριστή σχέση που έχεις με τον Σάββα Κωφίδη.
«Αποτελεί πρότυπο για εμένα. Δεν συνηθίζω να έχω πρότυπα αστέρες ή σταρ αν εξαιρέσεις τον Ανρί που τον λατρεύω από παιδάκι. Έχω πρότυπα ανθρώπου. Ο κύριος Σάββας Κωφίδης, εκτός από τρομερός ποδοσφαιριστής, είναι και ένας τρομερός άνθρωπος. Έχω κερδίσει πολλά πράγματα από εκείνον και ποδοσφαιρικά αλλά και στο κομμάτι της κοινωνίας».
Ποιες είναι οι συμβουλές, τα μαθήματα που πήρες εκτός ποδοσφαίρου από την ακαδημία;
«Οτι μέσα από τη δουλειά έρχονται όλα. Σε όλα στη ζωή. Από τη δουλειά με τον εαυτό σου στο να μάθεις πράγματα, να ευαισθητοποιηθείς. Εκτός από τους προπονητές και τους ανθρώπους της Ακαδημίας, σημαντικό ρόλο σ’ αυτό έπαιξαν και οι φίλοι μου που σου είπα. Όλοι έχουμε τον ίδιο τρόπο σκέψης, ο ένας δίνει διαφορετικά πράγματα στον άλλον και έτσι εξελιχθήκαμε σαν ποδοσφαιριστές και σαν άνθρωποι. Είναι ένα γενικότερο πλαίσιο που δεν μπορώ να αναφερθώ συγκεκριμένα».
Αναφέρεσαι στη φιλία και στο «μαζί». Θεωρείς ότι πρέπει να υπάρχει αυτό μέσα στις ομάδες; Υπήρχε και σε άλλες ομάδες που πήγες ή έτυχε να το έχεις σε εσένα;
«Τα πράγματα πλέον έχουν αλλάξει και αυτό έχει να κάνει με τον τρόπο που σκέφτονται τα παιδιά και οι γονείς. Εμείς τότε ήμασταν για πολλά χρόνια μαζί σαν φίλοι. Έχει μπει περισσότερο το επαγγελματικό από νωρίς πλέον. Πολλά παιδιά θα φύγουν, θα πάρουν μεταγραφή… μπορεί να κάνω λάθος αλλά σε εμάς ήταν πολύ σημαντικό το οικογενειακό κλίμα και έπαιξε ρόλο για να πετύχουμε. Όσο μεγαλώνεις, μπαίνεις περισσότερο στον επαγγελματισμό και δεν είναι τόσο εύκολο αλλά πάντα έψαχνα να κάνω το παρεάκι μου σε όλες τις ομάδες. Όσο μεγαλύτερο ήταν τόσο πιο καλά ένιωθα και εγώ. Είναι σημαντικό γιατί έκανα πραγματικούς φίλους μέσα από το ποδόσφαιρο και νιώθω πραγματικά ευλογημένος».
«Δύσκολη η κατάσταση στον Ηρακλή για να τη διαχειριστεί ένα 16χρονο παιδί»
Πότε κατάλαβες ότι θα παίξεις στην πρώτη ομάδα του Ηρακλή;
«Να σου πω την αλήθεια δεν το είχα σκεφτεί ποτέ αυτό. Εγώ έπαιζα ποδόσφαιρο γιατί λάτρευα το ποδόσφαιρο. Μέχρι και τα τελευταία χρόνια αυτός ήταν ο λόγος. Ποτέ δεν το είδα το ποδόσφαιρο με το σκεπτικό ότι θα καταφέρω πράγματα. Απλά το έκανα παθιασμένα γιατί το λάτρευα. Προσπαθούσα από όλες τις πλευρές να βελτιωθώ για να πετύχω το όνειρο μου. Ποτέ δεν είχα μία στιγμή που είπα αν θα τα καταφέρω ή όχι. Σ’ αυτή τη διαδικασία, κάτι που πρέπει να καταλάβουν όλοι, δεν υπάρχουν μόνο θετικά πράγματα. Στη ζωή υπάρχουν καλά και κακά πράγματα. Οπότε, όταν ένα παιδί ξεκινάει αυτό το ταξίδι, θα υπάρξουν και δύσκολες στιγμές. Το θέμα είναι να μην παίρνεις ποτέ το βλέμμα σου από το στόχο. Ποτέ δεν το έκανα. Πάντα είχα το στόχο να τα καταφέρω και τα έφερε έτσι η τύχη και το πέτυχα. Στη ζωή και θα σε αμφισβητήσουν, πολλοί θα σου πουν ότι δεν θα τα καταφέρεις ή οι καταστάσεις θα στο δείξουν αλλά αν δεν πάρεις το βλέμμα από το στόχο, δεν έχεις να φοβάσαι τίποτα».
Σου είπαν κάτι ανάλογο εσένα; Λέγεται σε ένα παιδί ότι δεν θα καταφέρει;
«Εμένα δεν μου το είπε ποτέ κάποιος κατάμουτρα. Αλλά υπήρξαν στιγμές που με δοκίμασαν. Έφτασα στην Κ17 και έπαιζα με τους μεγαλύτερους, ήμουν πρώτος σκόρερ και την επόμενη σεζόν θα πήγαινα στην Κ21. Αυτή η προώθηση δεν ήρθε ποτέ. Έμεινα πάλι στο ίδιο τμήμα. Ήταν το πρώτο χτύπημα στον εγωισμό μου γιατί έλεγα ότι δεν γίνεται να είμαι πρώτος σκόρερ και να μην πηγαίνω στη μεγαλύτερη ομάδα. Εκεί κατάλαβα ότι παίζουν και άλλα πράγματα αλλά ποτέ δεν σταμάτησα να έχω το στόχο να είμαι ο καλύτερος και ο πρώτος σε κάθε παιχνίδι. Αυτό κατέληξε να κάνω μετά από έναν χρόνο προετοιμασία με την πρώτη ομάδα. Στην ουσία ποτέ δεν πήγα στην Κ21. Μετά ήρθε μία άλλη δυσκολία. Στην πρώτη ομάδα, για κάποιες εξωγηπεδικές καταστάσεις, δεν κατέβηκε στο πρωτάθλημα. Αναγκαστήκαμε να παίξουμε στην Δ’ Εθνική αλλά δεν έχασα την πίστη μου. Μου δόθηκε η ευκαιρία να γίνω πιο γρήγορα από παιδάκι, άντρας και να φορέσω τη φανέλα του Ηρακλή για την πρώτη ομάδα. Έτσι ξεκίνησε η πορεία μου. Είχα δυσκολίες και πάντα θα έρχονται δυσκολίες αλλά πρέπει να παραμένεις στον στόχο σου».
Πώς ήταν η εμπειρία με τον Ηρακλή, καθώς είναι ένας γίγαντας του ελληνικού αθλητισμού και εσύ υπήρξες σε μία… φουρτούνα. Πώς το βίωσες;
«Ήταν μία πολύ δύσκολη κατάσταση μέσα από την οποία εγώ ευνοήθηκα. Ήταν πολύ δύσκολη κατάσταση να διαχειριστεί ένα 16χρονο παιδί. Και εντός και εκτός γηπέδου. Εντός γιατί έπρεπε να αποδείξεις ότι μπορείς να παίξεις σε αυτό το επίπεδο καθώς υπάρχουν και απαιτήσεις επειδή είσαι Ηρακλής. Μετά στο οργανωτικό επίπεδο ήταν δύσκολα. Η ομάδα δεν είχε τίποτα σχεδόν, ούτε λεφτά και έπρεπε να χτίσουμε κάτι ωραίο σιγά-σιγά. Ήταν δύσκολα χρόνια, τα οποία όμως με γέμισαν με πολλές εμπειρίες και τεράστια εφόδια για να τα κουβαλήσω στην καριέρα και να γίνω ολοκληρωμένος άνθρωπος και επαγγελματίας».
Η πίεση από τον κόσμο του Ηρακλή πώς σε επηρέαζε;
«Μετατράπηκε σε άγχος που δεν μπορούσα να διαχειριστώ. Μετά από προσωπική δουλειά με τον εαυτό μου το μετέτρεψα σε παραγωγικό. Άγχος θα έχεις σε κάθε ηλικία αλλά τουλάχιστον το έκανα παραγωγικό. Μετά με βοήθησε πολύ να αντέχω την πίεση και να αντέχω σε δύσκολες καταστάσεις. Η ομάδα έχει καλές αλλά και κακές στιγμές, έχει πολλές απαιτήσεις. Δεν έχει καμία σχέση αν είσαι παίκτης του Ηρακλή στη Β’ Εθνική».
Ο κόσμος πρέπει να είναι προσεκτικός ως προς την κριτική προς τους παίκτες όταν υπάρχουν οικονομικά προβλήματα;
«Είναι μεγάλη συζήτηση αυτό. Δεν υπάρχει ενσυναίσθηση στην κοινωνία μας πόσο μάλλον στον αθλητισμό. Κανείς δεν μπαίνει στη θέση του ποδοσφαιριστή. Νομίζουμε ότι ο ποδοσφαιριστής παίρνει πάρα πολλά λεφτά, κάνει μία απίστευτη ζωή… Αυτό στη χώρα μας δεν ισχύει για την πλειονότητα των ποδοσφαιριστών. Και δεν μιλάω για τις κορυφαίες ομάδες στην πρώτη κατηγορία. Στις πιο χαμηλές κατηγορίες είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα και οι καταστάσεις που ζουν οι παίκτες είναι δύσκολες. Μέσα από αυτές τις καταστάσεις πρέπει να αποδώσουν. Το κατά πόσο μπορούν είναι μεγάλη συζήτηση αλλά η θέση του οπαδού δεν είναι αυτή για να μπει σε εκείνη του άλλου. Έρχεται να υποστηρίξει την ομάδα του, θέλει η ομάδα του να κερδίσει όπως και οι παίκτες και έχει κάποιες απαιτήσεις. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, πρέπει να βρεις την ψυχική και σωματική δύναμη για να αντεπεξέλθεις. Αυτή είναι η κατάσταση δυστυχώς στη χώρα μας. Πρέπει ο καθένας μας να βρει τη δύναμη για να ξεχωρίσει στην καριέρα του».
Χειρότερο και πιο όμορφη στιγμή με τον Ηρακλή;
«Η πιο ωραία στιγμή είναι όταν επανήλθαμε στη Superleague που ήταν κάτι σημαντικό για τον σύλλογο και τους οπαδούς. Είχαν βάλει… πλάτη σε οικονομικά ζητήματα για την ομάδα. Αυτή για εμένα ήταν η πιο ωραία στιγμή και δεν πρόκειται να τη ξεχάσω. Τα παιδιά μου έκαναν τη τιμή να φορέσω το περιβραχιόνιο ως φόρο τιμής επειδή από τη Δ’ Εθνική έως τον Α’ Εθνική ήμουν μέλος του Ηρακλή. Σε συνδυασμό με αυτή την ωραία κίνηση και το γεγονός ότι ήταν το τελευταίο μου ματς στο Καυταντζόγλειο, ήταν εκεί οι γονείς μου, οι παιδικοί μου φίλοι… Είναι αξέχαστη στιγμή. Τη σκέφτομαι και συγκινούμαι. Και αρνητικές στιγμές υπάρχουν όπως απρόσμενες ήττες αλλά δεν κρατάω αυτές. Θυμάμαι μόνο τις ευχάριστες με τον Ηρακλή και αισθάνομαι ευλογημένος που έπαιξα σε αυτή την ομάδα».
Με την άνοδο ολοκληρώθηκε η αποστολή σου στον Ηρακλή;
«Όχι ακριβώς, ήθελα να παίξω και στη Superleague με τον Ηρακλή».
Πόσο σημαντική ήταν η παρουσία του Νίκου Παπαδόπουλου;
«Καταφέραμε κάτι πολύ μεγάλο, την άνοδο μας στη Superleague. Είχαμε πολύ καλή εικόνα εμείς και η ΑΕΚ τότε στη Β’ κατηγορία. Κάναμε πολύ καλή χρονιά στη μεγάλη κατηγορία. Ήταν η πρώτη μου επαφή με αυτό το πρωτάθλημα και πιο ποιοτικό. Ήταν ένα ωραίο μάθημα για εμένα γιατί δεν ήμουν στο επίπεδο να αντεπεξέλθω. Για να μπορέσω να κάνω το επόμενο μου βήμα».
Πότε κατάλαβες ότι είσαι στη… βιτρίνα;
«Όταν μπαίνεις στα γήπεδα των μεγάλων ομάδων και παίζεις εκεί. Βλέπεις τη διαφορά στο παιχνίδι, στην ένταση, στην ποιότητα. Για παράδειγμα όταν έπαιξα στο Καραϊσκάκης με τον Ολυμπιακό ή στη Λεωφόρο με τον Παναθηναϊκό. Αλλά και το ντέρμπι της πόλης με τον ΠΑΟΚ. Είναι ωραία η ενέργεια που παίρνεις και σου δίνουν ώθηση».
Το να νικάς στη Θεσσαλονίκη τον συμπολίτη, πώς είναι την επόμενη μέρα; Νιώθεις σαν δήμαρχος;
«Ναι, ναι είναι σπουδαίο πράγμα. Κάναμε τρομερή νίκη και οι φίλοι μου την επόμενη μέρα όλο μου έλεγαν τι πετύχαμε! Από την επόμενη μέρα, τα πράγματα στην πόλη ήταν διαφορετικά. Με έπιανε ο κόσμος και μου έλεγε “α ρε Τσιλια τι τους κάναμε” και τέτοια. Είναι ωραίες τέτοιες συζητήσεις. Είναι πολύ ωραία τα ντέρμπι της πόλης. Τα απολαμβάνω. Έχουν το πείραγμα που είναι το ωραίο κομμάτι. Σαν παιδί ένιωθα τρομερά που το καταφέραμε».
Πότε ένιωσες ότι ολοκληρώθηκε το κεφάλαιο του Ηρακλή;
«Ο Ηρακλής μου άφησε τα πιο ωραία συναισθήματα γιατί πέτυχα το όνειρο μου. Το τέλος δυστυχώς δεν ήταν τόσο ωραίο. Πρόσωπα και καταστάσεις με έκαναν να φύγω από την ομάδα. Ποιος δεν θα ήθελε η ομάδα της πόλης του και η ομάδα όπου ξεκίνησε να είναι μια χαρά σε όλα τα επίπεδα και να μπορεί να μείνει για όλη του την καριέρα εκεί; Αλλά η ζωή στα φέρνει πολύ διαφορετικά και αν θες να κάνεις το κάτι παραπάνω πρέπει να πάρεις δύσκολες αποφάσεις. Έτσι και εγώ πήρα αυτή την απόφαση. Μία πολύ δύσκολη απόφαση κυρίως σε ψυχολογικό επίπεδο γιατί είχα δεθεί με την ομάδα, με πολλά ερωτηματικά. Αλλά πήρα αυτή την δύσκολη απόφαση και με οδήγησε σε κάτι πολύ ωραίο. Η ομάδα της Β’ Εθνικής τότε, ήταν μία ομάδα που βγαίναμε για καφέ και ήμασταν 20 άτομα. Ήμασταν μία οικογένεια και αυτό ήταν μεγάλη επιτυχία εντός των αποδυτηρίων. Έχω τρομερές σχέσεις με τα παιδιά από τότε. Όταν πήγαμε στο επόμενο επίπεδο είχαμε κάποιους παίκτες που μας βοήθησαν πάρα πολύ όπως ο Ρομάνο, ο Περόνε, ο Μπαρτολίνι. Τρομερές προσθήκες αλλά ήρθαν και κάποια παιδιά που μπέρδεψαν λίγο την κατάσταση εντός των αποδυτηρίων. Συν ότι η ομάδα είχε μπει σε μία δύσκολη οικονομική κατάσταση με έναν άνθρωπο τότε στο… τιμόνι της ομάδας που εν τέλει κορόιδεψε πολύ κόσμο και όλα αυτά δημιούργησαν προβλήματα που δεν λύνονται. Και αυτό οδήγησε τελικά στις χαμηλές κατηγορίες την ομάδα. Δεν ήταν θέμα του προπονητή ή των παιδιών που ήμασταν στην ομάδα. Ήταν ένα γενικότερο πρόβλημα και μία κατάσταση που με οδήγησε στην απόφαση να φύγω, διότι άρχισε αυτό το ωραίο κλίμα να χαλάει από συμπεριφορές ανθρώπων από ψηλά, από μη πληρωμές. Τότε πρέπει να πάρεις αποφάσεις για τη ζωή σου ατομικά. Κάποιοι έμειναν, κάποιοι έφυγαν αλλά η πορεία έδειξε ότι η ομάδα δεν είχε μπει σε σωστό δρόμο».
Πώς ήταν το τέλος;
«Ήμουν διακοπές στη Σαντορίνη. Πρώτη φορά είχα πάει με την κοπέλα μου. Με μηδέν ευρώ (γέλια). Είχαμε βρει ένα δωματιάκι, κάναμε τα μπανάκια μας αλλά έπρεπε να πάρω την απόφαση. Είχα την πρόταση από τον Αστέρα Τρίπολης, με είχε προσεγγίσει και ο Πανιώνιος. Όταν είπα ότι προχωράμε, ακολούθησαν πολλά μηνύματα και τηλέφωνα από ανθρώπους της ομάδας που με αγαπούσαν πολύ. Ήταν συγκινητικές στιγμές αλλά με καταλάβαιναν. Ψιλοχάλασαν οι διακοπές βέβαια γιατί ήμουν συνέχεια στα τηλέφωνα αλλά ήταν ιδιαίτερη στιγμή και την κρατάω πλέον σαν κάτι προσωπικό».
Ζήσατε δύσκολες οικονομικές στιγμές στον Ηρακλή;
«Το ζήσαμε πάρα πολύ. Τότε στον Ηρακλή έπαιρνα 500 ευρώ και δεν τα πήρα ποτέ. Δεν θα ξεχάσω καταστάσεις που κάναμε meeting οι ποδοσφαιριστές και κάποια παιδιά ρωτούσαν πώς θα βγάλουμε τη μέρα. Οι πιο μεγάλοι σε ηλικία έλεγαν στη διοίκηση να μην πληρώσουν πρώτα αυτούς αλλά τα παιδιά που έχουν περισσότερο ανάγκη, τους πιο νέους και μετά εμάς. Έβαζαν πλάτη, ήμασταν σαν “ένα” αλλά ήρθαμε αντιμέτωποι με άσχημες καταστάσεις. Εγώ ευτυχώς είχα ένα πιάτο φαγητό από τη μάνα μου όμως άλλα παιδιά δεν είχαν να βγάλουν τη μέρα. Οι απαιτήσεις ήταν εκεί όμως. Αυτό ήταν το περίεργο».
Θεωρείς ότι αδικήθηκες από τον Ηρακλή με βάση τα όσα πρόσφερες;
«Η εικόνα που έβγαλε η ομάδα προς τα έξω για τον λόγο που έφυγα νομίζω ότι με αδικεί πάρα πολύ. Έβγαλαν μία ανακοίνωση και είπαν ότι έκανα προσφυγή γιατί θέλω τα λεφτά μου, ενώ κάθε άλλο παρά αυτό ήταν. Δεν έκανα ποτέ προσφυγή κατά του Ηρακλή. Εμένα με πείραξαν σχέσεις, καταστάσεις και λόγια ανθρώπων στην ομάδα που ήταν ανάξιοι να βρίσκονται εκεί και προσέβαλαν εμένα. Εκεί για εμένα τελείωσε αυτό το κομμάτι και είπα να κάνω το επόμενο βήμα. Το γεγονός ότι δεν μου αρέσει να μιλάω και να βγάζω ανακοινώσεις, έδωσε μία λανθασμένη εικόνα στους οπαδούς, κάτι το οποίο με στεναχώρησε, αλλά έτσι είναι το ποδόσφαιρο».
Είχες κληθεί να απολογείσαι για κάτι το οποίο δεν ίσχυε;
«Δεν με έπιασε κανείς να μου πει κάτι. Λόγια λέγονται πίσω από τον υπολογιστή. Οι άνθρωποι που με ξέρουν και με έζησαν από την πρώτη στιγμή, ξέρουν τους πραγματικούς λόγους, με ξέρουν σαν χαρακτήρα και τι νιώθω για την ομάδα. Ποτέ δεν είχα τέτοια προσέγγιση και δεν έχω λόγο να απολογηθώ για τίποτα σε κανέναν. Δεν έκανα κακό σε κανέναν, πήρα μία απόφαση και προχώρησα. Απλά πρέπει από την πλευρά μου να ξεκαθαριστεί ότι δεν ήταν τα πράγματα όπως τα παρουσίασαν».
Τα social media κάνουν πιο εύκολη τη… δουλειά για άδικη κριτική;
«Με τα social media έχει ξεφύγει η κατάσταση. Ο καθένας θα κρυφτεί πίσω από μία οθόνη, θα βγάλει όλη του την κακία, αποφεύγοντας να δει την πραγματική κατάσταση. Είναι ένα πιο γενικευμένο ζήτημα στη χώρα μας. Δεν περιμένω από τους οπαδούς να μπορέσουν να μπουν στη θέση του ποδοσφαιριστή».
Τι σε έκανε να αποφάσισες τον Αστέρα Τρίπολης αντί του Πανιώνιου τότε;
«Η προσέγγιση των ανθρώπων. Από την πρώτη στιγμή έδειξαν ότι πιστεύουν σε εμένα και στον χαρακτήρα μου. Είδα μία οργανωμένη ομάδα, βρήκα ανθρώπους σωστούς, ωραία γήπεδα, εξοπλισμό, ρούχα, κάτι που δεν είχα συνηθίσει εγώ. Ήταν ένα κλίμα ότι μου παρέχουν τα πάντα και είναι στο χέρι μου να δείξω ότι αξίζω να παίξω».
Όλη αυτή η οργάνωση και οι συνθήκες στον Αστέρα Τρίπολης, είναι αυτό που σου έλειπε για να κάνεις το επόμενο βήμα;
«Μην ξεχνάμε ότι ήταν μία ομάδα που έπαιζε και στην Ευρώπη τότε. Η ομάδα είχε φιλοδοξίες και μου ζητούσαν το καλύτερο από τη στιγμή που μου έδιναν τα πάντα. Έτσι ξεκίνησα με περισσότερες απαιτήσεις από τον εαυτό μου για το καλύτερο δυνατό. Αυτό μου έδωσε το κίνητρο και τον προβληματισμό να κάνω το επόμενο βήμα, να γίνω ποδοσφαιριστής σε μία ομάδα που διεκδικεί την έξοδο στην Ευρώπη. Και να μείνω αφοσιωμένος στο ποδόσφαιρο και μόνο».
Τι σου έδωσε ο Αστέρας Τρίπολης;
«Ένα πολύ όμορφο περιβάλλον, υψηλές προσδοκίες για να φτάσω στο επόμενο επίπεδο».
Τι εξέλιξες στον Αστέρα Τρίπολης;
«Εξέλιξα τον ανταγωνιστικότητα μου κυρίως. Να έχω υψηλές προσδοκίες, να φτάσω τον εαυτό μου στα άκρα, να προσέχω τη διατροφή και την ξεκούραση μου. Να μπω σε ένα πιο επαγγελματικό πλαίσιο γιατί είχα ωριμάσει ηλικιακά. Μέσα από όλα αυτά να πάω ένα βήμα παρακάτω και να εξελιχθώ ως ποδοσφαιριστής».
Έκανες και την πρώτη σου προετοιμασία στο εξωτερικό με τον Αστέρα Τρίπολης, στην Ολλανδία…
«Ναι ήταν η πρώτη μου προετοιμασία στο εξωτερικό και το έζησα πολύ ωραία. Δείχναμε ότι ήμασταν πολύ καλοί, δεθήκαμε γρήγορα μεταξύ μας, είχαμε πάει κυρίως Έλληνες κιόλας στην ομάδα. Παρότι οι προσδοκίες ήταν υψηλές, δυστυχώς στο πρωτάθλημα δεν το επιβεβαιώσαμε αλλά ήρθε τα επόμενα χρόνια. Καταφέραμε και κάναμε κάτι σημαντικό μέσα στα επόμενα χρόνια».
Το «είμαστε Έλληνες» σας φέρνει πιο κοντά; Είναι σημαντικό ότι είστε σαν παρέα και μέσα και έξω από το γήπεδο;
«Σίγουρα παίζει πολύ σημαντικό ρόλο. Δεν είναι μόνο αυτό. Πρέπει να έχεις και καλούς παίκτες, έναν καλό προπονητή αλλά η χημεία στα αποδυτήρια είναι πολύ σημαντική. Οι Έλληνες ποδοσφαιριστές ξέρουμε καλύτερα το ελληνικό ποδόσφαιρο και το πρωτάθλημα, ξέρουμε τα θετικά, τα αρνητικά, μπορούμε να καθοδηγήσουμε και τους ξένους για τον τρόπο σκέψης και το τι γίνεται στη χώρα. Οπότε ο ελληνικός κορμός σε όσες ομάδες υπήρξα, έκαναν κάτι πολύ ωραίο. Δεν ξέρω αν ευθύνεται μόνο αυτό αλλά στη δική μου περίπτωση έπαιξε σημαντικό ρόλο».
Τι σου έδωσαν οι συμπαίκτες που είχες στον Αστέρα Τρίπολης;
«Ήταν ποδοσφαιριστές που είχαν αγωνιστεί σε υψηλό επίπεδο, πολύ καλοί και πιο έτοιμοι από εμένα. Εγώ κλήθηκα να τους αντιμετωπίζω καθημερινά στην προπόνηση. Οπότε έπρεπε να ανεβάσω και τις εντάσεις μου, την ατομική τακτική μου και να φτάσω στο επίπεδο τους για να παλέψω μία θέση βασικού. Καθημερινή τριβή στον τρόπο σκέψης. Δεν ήθελαν να χάσουν ούτε σε ένα απλό διπλό στην προπόνηση. Αυτά με έκαναν και εμένα να φτάσω σε ένα επίπεδο ανταγωνισμού. Να διεκδικώ θέση σε μία ομάδα με υψηλές προσδοκίες. Έχεις μόνο να μάθεις δίπλα σε τέτοιους ποδοσφαιριστές που έχουν κάνει καριέρα, που έχουν μάθει και με βοήθησε πολύ».
Παίζοντας στην Κ21, είχες ως κίνητρο να βρεθείς και στην ανδρική ομάδα της Εθνικής Ελλάδας;
«Εννοείται. Έπαιξα σε όλα τα μικρά κλιμάκια της Ελλάδας. Προφανώς είναι όνειρο κάθε Έλληνα ποδοσφαιριστή να παίξει στην Εθνική Ανδρών. Εμένα ήταν ο στόχος μου να φτάσω σε αυτό το επίπεδο ποδοσφαιρικά. Ο Αστέρας Τρίπολης μου έδωσε την ευκαιρία να αγωνιστώ στην Εθνική Ελπίδων και πλέον ένιωθα πιο έτοιμος να κερδίσω κάτι παραπάνω».
Η εξέλιξη στον Αστέρα Τρίπολης ήταν αυτή που θα ήθελες ή πιστεύεις ότι θα είχες να δώσεις και άλλο;
«Δυστυχώς δεν έφτασα εκεί που θα ήθελα εγώ. Αυτό ήταν που στην ουσία με προβλημάτισε και με έκανε να σκεφτώ καλύτερα την επόμενη μου μέρα. Νομίζω είχα πάρα πολλά να δώσω στην ομάδα τα οποία δυστυχώς δεν τα έδωσα αλλά νομίζω ότι είναι πολυπαραγοντικό αυτό. Είναι κάποιες στιγμές και συγκυρίες που θα δώσουν το κάτι παραπάνω. Ένα γκολ, μία στιγμή. Σίγουρα θα μπορούσα να έχω να δώσει και εγώ πολλά περισσότερα. Δεν ήμουν έτοιμος αγωνιστικά ή πνευματικά να το υποστηρίξω. Δεν ξέρω… αλλά σίγουρα θα μπορούσα να δώσω παραπάνω πράγματα στον Αστέρα».
Θυμόμαστε ωραία σου γκολ με τον Αστέρα Τρίπολης, ωραίες στιγμές με την ομάδα. Τι πιστεύεις ότι πήγε λάθος και η ομάδα δεν κατάφερε να πετύχει τους στόχους της;
«Στην εποχή του Παντελίδη που καταφέραμε να δέσουμε και να βγούμε στο Europa League, νομίζω μετά, αν έμενε παραπάνω ο Σάββας, με τις κατάλληλες προσθήκες, θα κάναμε ένα βήμα παραπάνω. Δυστυχώς αυτό δεν έγινε και κάπως έτσι άρχισε ξανά μία περίοδος με ανασφάλεια στην ομάδα. Το ποδόσφαιρο είναι στιγμές και πρέπει να ταιριάξουν όλα σωστά για να έρθει ένα ωραίο αποτέλεσμα. Με τη Χιμπέρνιαν ας πούμε χάσαμε μία πρόκριση που… τι να πω; Αν παίζαμε 10 φορές, τις 9 θα περνούσαμε. Ήμασταν άτυχοι και το πληρώσαμε».
Ποια ματς με τον Αστέρα Τρίπολης θυμάσαι πιο έντονα;
«Είναι το παιχνίδι στην έδρα του Παναιτωλικού όπου εξασφαλίσαμε και μαθηματικά την έξοδο μας στο Europa League. Τα δύο παιχνίδια με τη Χιμπέρνιαν που ήταν και τα πρώτα μου στην Ευρώπη. Και το ματς με τον ΠΑΟΚ… Το πιο τρελό παιχνίδι που μπορώ να θυμηθώ. Είχε έρθει ο πατέρας μου να δει το παιχνίδι και μετά από εκείνη τη φορά, έβλεπε το ματς για τις επόμενες τρεις μέρες συνεχώς. Δεν θα το ξεχάσω αυτό (γέλια). Το έβαζε στην τηλεόραση και το έβλεπε ξανά. Μου έλεγε ότι δεν μπορούσε να το χορτάσει. Δεν μπορούσαμε να το πιστέψουμε. Είχαμε μία νίκη, τούμπαρε και στο τέλος νικήσαμε. Για 2-3 μέρες μιλούσαμε μόνο για αυτό το ματς μεταξύ μας. Ήταν πολύ ωραίο».
Γιατί δεν συνέχισες στον Αστέρα Τρίπολης;
«Καταρχάς, αν με έβαζες τώρα να πάρω μία απόφαση, δεν θα έφευγα από τον Αστέρα Τρίπολης. Βλέποντας το πιο ώριμα γιατί έφυγα από τον Αστέρα χωρίς να έχω συμφωνήσει με άλλη ομάδα. Έφυγα από μία ομάδα με οργάνωση, σωστούς ανθρώπους, δέθηκα με το τιμ. Στεναχωρήθηκα που έφυγα. Παρότι μου έκανε πρόταση να μείνω ο Αστέρας, σκέφτηκα ότι είχε έρθει η στιγμή να κάνω κάτι διαφορετικό. Το ποδόσφαιρο είναι συναίσθημα και εγώ το ακολούθησα χωρίς να βάλω λογική. Ήθελα να κάνω ένα νέο ξεκίνημα, να βρω κίνητρο και να βγω πιο δυνατός. Έτσι πήρα την απόφαση. Κακή ή καλή δεν ξέρω αλλά σίγουρα δεν ήταν τόσο λογική. Ακολούθησα το συναίσθημα. Μου βγήκε σε καλό απ’ ότι φαίνεται».
Πώς προέκυψε ο ΟΦΗ;
«Όπως σου είπα, έφυγα από τον Αστέρα χωρίς να έχω συμφωνήσει με άλλη ομάδα. Μετά από κάποιες μέρες μου τηλεφώνησε ο ατζέντης μου και μου είπε ότι είχαμε μία προσέγγιση από τον ΟΦΗ. Τότε είχε αναλάβει ο Μπούσης και ήταν και οι Σαμαράδες. Πήγα στην Αθήνα για ραντεβού. Είχα λίγο τους ενδοιασμούς μου καθώς η ομάδα είχε σωθεί με δυσκολία με το τρελό παιχνίδι εναντίον του Πλατανιά. Στη συνομιλία μου με τον κ. Γιάννη είδα ένα project ομάδας του… εξωτερικού. Δηλαδή ανθρώπους ποδοσφαιρικούς στην ομάδα, που έχουν κάνει μεγάλη καριέρα, με μία φιλοσοφία άκρως ποδοσφαιρική, με τη δυναμική που έχει ο ΟΦΗ και στην ουσία στην αρχή της, ήθελε να χτίσει κάτι ωραίο. Μου άρεσε πολύ η νοοτροπία και ο τρόπος σκέψης. Έτσι πήρα την απόφαση, χωρίς δεύτερη σκέψη καθώς ήταν αυτό που μου ταίριαζε. Μόλις τελειώσαμε το ραντεβού, την επόμενη μέρα είπα θα πάω εκεί».
Σου θύμιζε τον Αστέρα Τρίπολης;
«Η ομάδα χτιζόταν, δεν ήταν ακριβώς έτσι. Ο κ. Μπούσης είχε πάρει σε κακή κατάσταση την ομάδα. Είχαν μόλις ξεκινήσει να χτίζουν την επόμενη μέρα. Ήταν τυπικοί στις πληρωμές αλλά χρειαζόταν μεγαλύτερη οργάνωση και τα γήπεδα. Το ΒΑΚ δεν είναι όπως σήμερα. Είχαμε ένα σύνολο παικτών ή σταφ ή διοίκησης που δημιουργούσαν ένα ποδοσφαιρικό κλίμα και έδεσε πολύ ωραία. Βγήκε και στο γήπεδο άμεσα».
Και πλέον ήσουν σε ομάδα που είχε όλο το πακέτο για να κάνεις το step up και στη δική σου καριέρα.
«Όλα έζησα στο παρελθόν με είχαν προετοιμάσει για να αντεπεξέλθω και σωματικά και ψυχικά σε μία ομάδα με τη δυναμική του ΟΦΗ. Ήρθε ο Γιώργος Σίμος που ήταν κοντά μας ηλικιακά και η φιλοσοφία ταίριαξε με τη δική μου αλλά και της ομάδας. Μου άλλαξαν τον τρόπο σκέψης και τον τρόπο που βλέπω το ποδόσφαιρο. Αυτό βγήκε και στον αγωνιστικό χώρο αμέσως. Θέλαμε να χτίσουμε κάτι πολύ ωραίο που θα έβγαινε μέσα στα χρόνια. Ο τρόπος που κέρδισα τον κόσμο και τη θέση μου στο γήπεδο ήταν καθαρά αγωνιστικός».
Με ποιους συμπαίκτες ήρθες πιο κοντά;
«Το πιο σημαντικό της ομάδας ήταν ότι φτιάχτηκε ένα παρεάκι. Κάθε εβδομάδα κάναμε μπάρμπεκιου όλοι μαζί εκεί στα γήπεδα. Αυτό το κλίμα σου δίνει δύναμη και η ελευθερία σου τραβάει την πίεση. Είχαμε περισσότερους Έλληνες αλλά ακόμα και κάποιοι ξένοι ήταν σαν Έλληνες όπως ο Μεγιάδο και ο Νέιρα. Είχαμε λίγους αλλά ενσωματώθηκαν γρήγορα στη δική μας νοοτροπία. Το μόνο που είχαμε να σκεφτούμε ήταν να εξελιχθούμε».
Ενώ όλα είχαν ξεκινήσει πολύ καλά, τι ήταν αυτό που… κατέβασε τον διακόπτη;
«Ονειρική ήταν η πρώτη σεζόν και δεν το περίμενα. Αυτό που χτίσαμε ήταν το ποδοσφαιρικό μου όνειρο. Να μπορώ να παίζουμε αυτό το ποδόσφαιρο, με αυτή την ελευθερία και να έχει και αποτέλεσμα. Πήραμε και την αγάπη του κόσμου. Αυτό που μας χάλασε ήταν ο κορωνοϊός επειδή σταμάτησε το πρωτάθλημα και θα μπαίναμε στα play off και να δείχναμε ένα ωραίο πρόσωπο».
Μετά τον covid όμως, έρχεται ο τραυματισμός σου…
«Ακολουθούσα ατομικό πρόγραμμα καθώς είχα ένα γήπεδο δίπλα στο σπίτι μου. Δεν ήταν το ίδιο με της ομάδας αλλά με είχαν κρατήσει σε ένα καλό επίπεδο. Το σώμα μου με… πρόδωσε ουσιαστικά. Ήρθε η κούραση της προετοιμασίας, ήμουν και εγώ ανταγωνιστικός επειδή δεν ήθελα να χάσω ούτε σε διπλό προπόνησης, κάτι που θα ήθελα να έχω αλλάξει και να μην το είχα, αυτό οδήγησε σε αυτό το αποτέλεσμα».
Πώς διαχειρίστηκες αυτό τον τραυματισμό;
«Από την πρώτη στιγμή κατάλαβα ότι έχω πάθει ρήξη χιαστού. Μπήκα άμεσα στο χειρουργείο, την επόμενη κιόλας μέρας. Υπήρξε ένα δύσκολο διάστημα στη ψυχολογία μου αλλά αυτό άλλαξε μετά. Είχα ένα νέο στόχο στο μυαλό, να γυρίσω πιο δυνατός και υγιής. Ήταν ο πρώτος μου μεγάλος τραυματισμός».
Πώς μπορεί ένας ποδοσφαιριστής, εκεί που είναι στα καλά του, να συμβαίνει αυτό;
«Αυτό που με πείραξε εμένα αγωνιστικά είναι πως μετά τη σεζόν που είχα κάνει, είχα καταφέρει να κληθώ και στην εθνική ομάδα. Αυτό και ο covid μου στέρησαν αυτό τον μεγάλο στόχο. Αυτό με στεναχώρησε πιο πολύ από όλα. Πιο πολύ ακόμα και από μία μεγάλη μεταγραφή. Αυτό έπρεπε να διαχειριστώ μέσα μου. Ότι έχασα μία μεγάλη ευκαιρία να ζήσω ένα όνειρο».
Είχες μιλήσει με τον Σίμο;
«Έχω μία τρομερή ιστορία. Ο Σίμος έλειπε εκείνο το διάστημα και με το που τραυματίστηκα, την επόμενη μέρα ήρθε σπίτι μου. Μου είπε ότι ένιωθε άσχημα για ότι μου συνέβη επειδή υπερεκτίμησε τις δυνάμεις μου και επειδή έλειπε και δεν μπορούσε να ελέγξει τα πράγματα. Αυτό με έκανε να νιώσω πολύ καλά. Τον έχω μέσα στην καρδιά μου».
Με τον Φαν Σχιπ;
«Δεν είχα μιλήσει. Με είχαν ενημερώσει από το σταφ ότι θα είμαι στις επόμενες κλήσεις για τα φιλικά. Ήρθε ο covid και ουσιαστικά χαθήκαμε».
Πώς πήγε η αποθεραπεία;
«Κύλησε μια χαρά η αποθεραπεία. Στο τρίτο στάδιο, όταν ήμουν έτοιμος να μπω με την ομάδα, έπαιξα κάποιους αγώνες και μετά άρχισα να νιώθω κάποιους πόνους. Επειδή ήταν ο πρώτος μου τραυματισμός, καθώς μέχρι τότε δεν είχα λείψει σε περισσότερα από 2-3 παιχνίδια, δεν ήξερα πως να το διαχειριστώ. Δεν είχα κάποιον γιατρό δικό μου και να με συμβουλέψει. Όταν άρχισα να πονάω, το γόνατο άρχισε να πρήζεται, πήγα στον γιατρό… δεν είχα ιδέα τι μπορεί να είναι αυτό. Και τελικά είχα πάθει ρήξη μηνίσκου και είχα παίξει με αυτό για 1-1,5 μήνα. Οι πόνοι έγιναν χειρότεροι και σταμάτησα. Εγώ έπαιρνα φαρμακευτική αγωγή, έκανα προπονήσεις σαν να μην έχω τίποτα. Ξαναμπήκα χειρουργείο να μου καθαρίσουν τον μηνίσκο για να έχω άμεση επιστροφή. Δεν έφυγαν οι πόνοι. Ήταν η καθημερινότητα μου ο πόνος και έγινε εμμονή. Είπα “δεν πάει άλλο”. Άρχισα να αμφιβάλλω για το πόσο θα αντέξει το πόδι μου. Έτσι με τη βοήθεια του προπονητή και της ομάδας πήγα στο Βέλγιο σε έναν γιατρό για να δώσουμε μία λύση».
Στο Βέλγιο τι σου είπαν;
«Ότι έχω μία αστάθεια στο γόνατο μου και αυτό δημιουργεί όλα τα προβλήματα. Η αστάθεια προήλθε από το πρώτο χειρουργείο απ’ ότι μου είπαν. Το πρόβλημα δεν ήταν ο τραυματισμός αλλά η λύση του. Η μία ήταν το χειρουργείο που έκανα και η άλλη να κάνω από την αρχή τη διαδικασία του χιαστού και να με αφήσει έξω για ακόμα περισσότερο χρόνο. Επέλεξα το πρώτο και φτάσαμε τους 15 μήνες».
Αυτοί οι 15 μήνες πώς σε άλλαξαν; Μου είπες ότι έβλεπες πράγματα στον εαυτό σου που δεν τ’ αναγνώριζες. Πόσο σημαντικό ρόλο έπαιξε σ’ αυτό το διάστημα η σύντροφός σου, η οποία είναι πάντα εκεί για εσένα και με την οποία είστε μαζί και πάρα πολλά χρόνια.
«Αυτό το διάστημα ήταν πάρα πολύ δύσκολο για εμένα ψυχολογικά. Κατ’ αρχήν έπρεπε να αντιμετωπίσω τα προβλήματα υγείας και το άγχος του πώς πραγματικά θα λύσω το ζήτημα. Εκτός απ’ αυτό είχα να διαχειριστώ και τον εαυτό μου σαν οντότητα. Δούλεψα με τον εαυτό μου, κατάλαβα ότι τα πιο σοβαρά πράγματα στη ζωή δεν είναι το ποδόσφαιρο κι η καριέρα. Υπάρχουν πιο σοβαρά θέματα, ευαισθητοποιήθηκα πιο πολύ και μπήκα και σε μια διαδικασία προβληματισμού. Σ’ αυτό, όπως είπες κι εσύ, έπαιξε πάρα πολύ σημαντικό ρόλο η γυναίκα μου. Ήταν εκεί σε πάρα πολύ δύσκολες στιγμές για εμένα: Σε χειρουργεία, σε ταξίδια, σε καταστάσεις που δεν μπορούσα να κάνω εγώ μόνος μου, χρειαζόμουν τη βοήθειά της στην καθημερινότητα. Ήταν εκεί, με στήριξε και είναι ακόμη εδώ και με στηρίζει. Κι αυτό είναι το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή. Να έχουμε ανθρώπους δίπλα μας να μας αγαπούν και να μας στηρίζουν στα δύσκολα, γιατί στα εύκολα σε στηρίζουν πάρα πολλοί. Αυτοί οι 15 μήνες ήταν πάρα πολύ δύσκολοι αλλά πλέον είναι για εμένα είναι ένα μεγάλο μάθημα».
Συγγνώμη, σε διακόπτω και ίσως κάνω λάθος αλλά μου είπες ότι εκείνο το διάστημα και το σκυλί σου η Φιέρα, έπαθε κάτι. Όλο αυτό μέσα στο σπίτι σας πώς το αντιμετωπίσατε. Σήμερα είστε δύο νέα παιδιά, που γελάτε, κάνετε την πλάκα σας… Τότε, όμως, πώς το αντιμετωπίσατε; Όταν σήμερα κουβεντιάζετε για όσα περάσατε τότε, τι λέτε;
«Λέμε ότι μέσα απ’ αυτές τις δυσκολίες καταφέραμε και δεθήκαμε ακόμα πιο πολύ κι αυτό είναι το πιο σημαντικό. Παράλληλα με τα δικά μου προβλήματα, τυφλώθηκε το σκυλί μου αλλά έχουμε κάνει έναν τόσο δυνατό συνδυασμό μεταξύ μας και έχουμε δεθεί μεταξύ μας που λέμε: “Εντάξει, πόσο χειρότερα μπορούν να πάνε τα πράγματα; Ας κοιτάξουμε με πιο ωραία συναισθήματα τη ζωή κι ας κυνηγήσουμε όλα αυτά που θέλουμε”. Είναι πολύ μαύρες στιγμές που δεν πρέπει να τις ωραιοποιούμε. Πρέπει να λέμε “αυτή είναι η ζωή”, υπάρχουν άνθρωποι που ζουν πολύ πιο δύσκολες καταστάσεις απ’ αυτές που συζητάμε τώρα εμείς εδώ. Μέσα απ’ αυτές τις καταστάσεις πρέπει να παίρνεις το μάθημά σου. Για εμένα δεν υπάρχει πίσω αλλά μόνο μπροστά και όσες ατυχίες μάς έχουν έρθει, έχουν έρθει για κάποιο σκοπό. Για να μας θωρακίσουν και να μας κρατήσουν στη ζωή. Αυτό κρατάω κι αυτό προσπαθούμε να κρατήσουμε σαν οικογένεια, αλλά δυσκολευτήκαμε πάρα πολύ. Πάρα πολύ. Ως άνθρωποι, ο καθένας ατομικά κι εγώ κι η γυναίκα μου και τώρα δουλεύουμε πάνω σ’ αυτό ο καθένας ατομικά πάνω στον εαυτό του με τη βοήθεια κάποιου ειδικού γιατί πλέον έχουμε καταλάβει ότι το πιο σημαντικό είναι ο εαυτός μας».
Πίστευα ότι ο «ειδικός» είναι η οικογένειά σου κι η γυναίκα σου κι αυτό που έχετε χτίσει. Καταλαβαίνω ότι χρειάστηκες ψυχολόγο σ’ όλο αυτό που πέρασες. Και είναι σημαντικό που το λες γιατί για κάποιους ακόμα και στις μέρες μας είναι ταμπού, που πλέον όλοι πρέπει να έχουμε τον προσωπικό μας ψυχολόγο.
«Παιδιά, εντάξει, αυτά δεν υπάρχουν και δεν υπήρχαν ποτέ. Τα ταμπού… Όση υποστήριξη και να έχεις ή να υποστηρίζεις, υπάρχουν κάποια πράγματα πολύ βαθιά θαμμένα, ο καθένας τα θάβει μέσα σου και μόνο μέσα απ’ αυτή τη διαδικασία μπορείς να τα αντιμετωπίσεις, να τα φέρεις στην επιφάνεια και να τα αντιμετωπίσεις. Εμένα αυτό με βοήθησε, με εξέλιξε και νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό για όλους τους ανθρώπους. Συν ότι οι ρυθμοί της ζωής μας κι οι απαιτήσεις που έχει ο καθένας ατομικά για τον εαυτό του, έχουν φτάσει σε τέτοιο βαθμό που δυστυχώς ωθούμαστε στο να πρέπει να υποστηρίξουμε πράγματα και καταστάσεις που δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε. Οπότε, ναι, δεν είναι κακό να ζητάμε τη βοήθεια ενός ειδικού όταν τη χρειαζόμαστε και να προχωράμε πιο δυνατοί».
Δεν θέλω να το κάνω μελό ή ελληνική ταινία, αλλά επειδή ζούμε σε μια κοινωνία που τα πρότυπα πλέον υπάρχουν στα social media, θα ήθελα να σταθώ στο παράδειγμα της σχέσης που έχετε εσύ κι η Χριστίνα, γιατί είστε μαζί πάρα πολλά χρόνια και έχετε πορευτεί μέσα από πραγματικές δύσκολες στιγμές και σ’ όλο αυτό το πάνω-κάτω είστε μαζί. Χωρίς να λέμε το τι είναι καλό και τι κακό, είναι κάτι που πλέον δεν συνηθίζεται να βλέπουμε. Αυτό για εσένα είναι στα 31 σου, έχοντας βάλει τελεία στο κεφάλαιο «ποδοσφαιριστής» το μεγαλύτερό σου κεκτημένο;
«Ξεκάθαρα, ξεκάθαρα. Παιδιά, δεν μας ορίζει η επιτυχία, μας ορίζουν οι άνθρωποι που έχουμε δίπλα μας. Να μας αγαπούν ανιδιοτελώς και να τους αγαπάμε ανιδιοτελώς. Δυστυχώς ή ευτυχώς στον επαγγελματικό χώρο δεν θα υπάρξει αυτό. Είναι δύσκολο να υπάρξει. Εγώ, μπαίνοντας στο ποδόσφαιρο, πέρα από το ανθρώπινο κομμάτι του να έχω έναν άνθρωπο δίπλα μου που ήταν εκεί στα πολύ δύσκολα – δεν βάζω την οικογένειά μου γιατί για εμένα είναι δεδομένα – ήταν εκεί η γυναίκα μου. Αυτό λοιπόν που κατάφερα ήταν οι άνθρωποι με τους οποίους συνεργάστηκα να έχουν έναν καλό λόγο να πουν για εμένα. Αυτός ήταν ο σκοπός μου κι όχι να είμαι ένας καλός ποδοσφαιριστής. Ως ποδοσφαιριστής θα μπορούσες να το πεις κι εσύ. Το σημαντικό είναι ο χαρακτήρας σου, να τον κρατάς ακέραιο μέσα απ’ αυτήν τη διαδικασία, γιατί ο πρωταθλητισμός είναι μια πολύ δύσκολη διαδικασία. Κι όσον αφορά στα πρότυπα πήρα μια δύσκολη απόφαση να εξωτερικεύσω – δημοσιοποιήσω κάποια πολύ εσωτερικά και δικά μου συναισθήματα. Πέρα από το ότι ήθελα εγώ να κλείσω μια πόρτα μέσα μου, το όφειλα κατ’ αρχήν στον εαυτό μου. Από εκεί και πέρα ήθελα να δείξω ότι στη ζωή δεν υπάρχουν μόνο επιτυχημένα πρότυπα. Υπάρχουν και αποτυχημένα πρότυπα τα οποία δυστυχώς δεν πέτυχαν. Ένα τέτοιο είμαι κι εγώ. Δεν πέτυχα να παίξω σε μια μεγάλη ομάδα, δεν κατάφερα να παίξω στο εξωτερικό, να μπω στην Εθνική. Κατάφερα πολλά και τα ‘χω καλά με τον εαυτό μου αλλά δυστυχώς για άλλους λόγους δεν κατάφερα να παίξω μέχρι τα 35-40 μου που θα ήθελα εγώ. Οι άνθρωποι να καταλάβουν ότι η ζωή δεν είναι μόνο τα social media, υπάρχει και μια άλλη πλευρά: Ότι προσπάθησε, με τα θετικά και αρνητικά του και δεν πέτυχε γιατί αυτή είναι η ζωή. Και θα πρέπει μέσα απ’ αυτά να προχωράμε με περισσότερη ορμητικότητα και δυναμισμό. Οπότε μπήκα σ’ αυτήν τη διαδικασία με πολύ προσωπικό πόνο, αν θέλεις, γιατί το να δημοσιοποιήσεις προσωπικά σου συναισθήματα δεν είναι εύκολο, είναι πάρα πολύ δύσκολο όσο κι αν είχα πάρει την απόφαση να το κάνω, να προχωρήσω».
Μετά τη Λαμία, πόσο καιρό ήσουν χωρίς ομάδα;
«Περίπου έναν χρόνο».
Αυτόν τον έναν χρόνο πότε κατάλαβες ότι «Κοσμά, πρέπει να πάμε παρακάτω».
«Μετά το καλοκαίρι που τελείωσε η μεταγραφική περίοδος άρχισα να σκέφτομαι ότι πρέπει να προχωρήσω και να βγω από μία κατάσταση η οποία συνέχεια ανακυκλώνονταν. Ερχόμουν συνέχεια στο ίδιο σημείο και έβγαζα συνέχεια προβλήματα, υπήρξε φθορά, αλλά κυρίως ψυχολογική. Επρεπε να βρω ένα κίνητρο, για να ξανασηκωθώ από το κρεβάτι έχοντας ένα κίνητρο, γιατί για πολλά χρόνια δεν είχα κίνητρο. Πέρασα από τη διαδικασία να μισήσω το ποδόσφαιρο, που το ποδόσφαιρο ήταν και είναι η ζωή μου».
Αυτό το έγραψες και μας έκανε να αναρωτηθούμε γιατί αυτός ο άνθρωπος έγραψε αυτό το πράγμα. Πόσο χρόνο σου πήρε να αποτυπώσεις αυτά που ένιωθες;
«Δεν μου πήρε πολλή ώρα να το γράψω, μου πήρε πολλή ώρα να καταφέρω να το δημοσιοποιήσω, να καταφέρω να εκτεθώ. Ξέρεις, οι πιο πολλοί θέλουμε να προβαλλόμαστε σαν οι άτρωτοι, οι επιτυχημένοι, οι μεγάλοι ποδοσφαιριστές. Οπότε, έπρεπε να έρθω κόντρα. Κόντρα και στο πως προβάλλομαι εγώ. Δεν ξέρω, έπρεπε να έρθω κόντρα και να αποτυπώσω την πραγματικότητα γιατί η ουσία είναι γι’ αυτό που έγραψα ότι είναι αληθές. Γερνάς από πολλά στάδια για να δεις την πραγματικότητα. Στην αρχή, το πρώτο στάδιο ήταν ότι δεν ήθελα να βλέπω, να ασχολούμαι με τίποτα με το ποδόσφαιρο. Δεν ήθελα να έχω σχέση, είχα άρνηση. Στην πορεία κατάλαβα ότι “φίλε δεν είσαι εσύ”. Εγώ ζω και αναπνέω για το ποδόσφαιρο. Και κατάλαβα ότι κάτι άλλο γίνεται, κάτι άλλο φταίει κι έτσι βγήκα απ’ αυτό. Στη συνέχεια άρχισα να κατηγορώ τον εαυτό μου και μίσησα τον εαυτό μου. Είπα ότι το σώμα μου δεν μπορεί να ανταπεξέλθει, ότι είμαι ψυχολογικά ελλιπής. Δεν μπορώ να υποστηρίξω όλο αυτό, τον ανταγωνισμό, ότι φοβάσαι. Όλο αυτό! Και μετά απ’ αυτό πήγα στο επόμενο βήμα, σ’ αυτό που είμαι τώρα και να δω ότι ξέρεις κάτι: Για χίλιους δυο λόγους πλάθεις σωστά προσωπικές σου ευθύνες, ευθύνες άλλων και να προχωρήσεις, ώστε να δώσεις πίσω όλα αυτά που σου έδωσε το ποδόσφαιρο και σ’ έκανε ό,τι είσαι σήμερα. Ετσι πήρα την απόφαση να αποχωρήσω. Το πότε πήρα την απόφαση μέχρι τη στιγμή που κατάφερα να την δημοσιοποιήσω είναι άλλη ιστορία».
Τη στιγμή που πατάς δημοσίευση λυτρώθηκες;
«Ήμουν μία ώρα πάνω από το κινητό κι όταν το έκανα είπα “τέλος, αυτό ήταν”».
Όσο ώρα δεν το δημοσίευες ήταν κάτι που σε έτρεφε να πιστέψεις ότι θα είσαι και πάλι στα γήπεδα;
«Αυτό ακριβώς. Κάθε μέρα που περνούσε έλεγα “άσε το για αύριο”, γιατί στην ουσία ήθελα να τρέφω ελπίδες στον εαυτό μου ότι κάτι κάτι μπορεί να γίνει και να παίξω».
Νομίζω όμως ότι είναι και κάτι άλλο. Μου είπες ότι δέθηκες με το ΟΦΗ, γιατί όταν σηκώθηκες να τρέξεις, ο κόσμος του Γεντί Κουλέ φώναξε το όνομά σου. Άρα, μήπως μέσα σου αυτή η ιαχή του κόσμου ήταν αυτό που ήθελες να ακούσεις και πάλι. Είναι εγωιστικό βέβαια αλλά είναι κι ανθρώπινο.
«Μα εννοείται ότι όλοι μας είμαστε εγωιστές. Εγώ είμαι πάρα πολύ μεγάλος εγωιστής, δεν μπορώ να χάνω πουθενά. Σου έδωσα αυτό το παράδειγμα, ότι δέχθηκα μ’ αυτήν την ομάδα, τον ΟΦΗ, γιατί οι άνθρωποι στα δύσκολα ήταν εκεί. Δεν ήταν εκεί μόνο όταν έβαζα τα γκολ. Ήταν εκεί κι όταν δεν ήμουν καλός. Κι όταν έπαιζα τραυματίας, δεν έπαιζα… Ξέρεις. Άλλά νομίζω ότι δεν ήταν μόνο το εγωιστικό κομμάτι. Είναι ότι εγώ θα έπαιζα μέχρι τα 40 μου. Κι αν μπορώ να δώσω μία συμβουλή στα παιδιά που παίζουν, είναι: “Παίξτε μέχρι να μην μπορείτε άλλο, παίξτε όσο μπορείτε”, γιατί όταν βγαίνεις από το παιχνίδι καταλαβαίνεις τι σου έδινε. Όταν είσαι μέσα δεν το καταλαβαίνεις».
Να πάμε λίγο στο θέμα με τη φωτογραφία που έχεις ξυρισμένο κεφάλι. Μ’ αυτήν την κίνηση ήθελες να δείξεις τη στήριξή σου στα παιδιά που παλεύουν με τον καρκίνο. Ένα μήνυμα που για εσένα ήταν πολύ απλό στο να πάρεις αυτήν την απόφαση, αλλά ποια είναι η ιστορία πίσω απ’ αυτό που είδαμε και χειροκροτήσαμε όλοι;
«Η αφορμή ξεκίνησε από κάποιες κοινωνικές δράσεις που έκανε τότε η ομάδα. Πηγαίναμε στα νοσοκομεία και δίναμε κάποια δώρα στα παιδιά. Εκεί, λοιπόν, κατάλαβα το πόσο ασήμαντο είναι αυτό που περνάω εγώ. Ότι υπάρχουν τόσες παιδικές ψυχές που ταλαιπωρούνται και εκεί μου καρφώθηκε αυτή η ιδέα στο μυαλό μου κι ύστερα από έναν χρόνο το έκανα. Δεν το εκμυστηρεύτηκα πουθενά, ήθελα να είναι προσωπικό, δεν ήθελα να μαθευτεί και έτυχε εκείνη την ημέρα να έχουμε αγώνα με τον ΠΑΣ Γιάννινα. Το αστείο της υπόθεσης είναι ότι οι συμπαίκτες μου που δεν ήξεραν τίποτα, όταν πήγα στο ξενοδοχείο με κοιτούσαν περίεργα, μου έκαναν καλαμπούρι. Και στο γήπεδο υπήρχε αυτό. Μετά τον αγώνα μαθεύτηκε και εκεί κατάλαβα ότι είχα λάθος σκέψη, γιατί εγώ πίστευα ότι δεν ήθελα να πιστέψει κάποιος ότι εγώ ήθελα να πάρω δημοσιότητα προβάλλοντας κάτι τέτοιο, αλλά εν τέλει αυτό που μου δίδαξε είναι το μήνυμα κι όχι αυτός που το κάνει, γιατί τα μηνύματα που έλαβα μετά ήταν πάρα πολύ συγκινητικά. Πάρα πολλοί άνθρωποι ακόμα και από μια μικρή πράξη βρήκαν δύναμη, χαμογέλασαν έστω και για λίγο. Βέβαια, δεν ήταν από τη δική μου την πλευρά καθόλου εύκολο να το διαχειριστώ όλο αυτό, είτε από παιδιά είτε από γονείς είτε από ανθρώπους που είχαν το πρόβλημα και συν τις άλλοις η γυναίκα ενός πολύ καλού μου φίλου, η Ιωάννα, που έφυγε απ’ αυτό, που μιλήσαμε και κατάλαβα τη σημαντικότητα να είσαι ευαισθητοποιημένος και να περνάνε αυτά τα μηνύματα. Όσο μπορούμε να ευαισθητοποιούμε την κοινωνία».
Μου είπες πιο πριν «έπρεπε να ταπεινωθώ». Δεν το έχω ξανακούσει από άνθρωπο και θα ήθελα να εξηγήσεις τι εννοείς μ’ αυτό.
«Νομίζω ότι ο καθένας μας έχει τα δικά του προβλήματα και τη δική του ζωή. Νομίζουμε ότι αυτά που περνάμε εμείς, ακόμα κι η επιτυχία μας, είναι υπεράνω των πάντων. Νομίζουμε ότι είμαστε στη χειρότερη ή στην καλύτερη κατάσταση απ’ όλους τους άλλους. Οπότε πρέπει να ταπεινωνόμαστε μέσα από την καθημερινότητα. Πράξεις όπως να βοηθήσεις μια γιαγιά ή έναν παππού να περάσει το φανάρι…. Με χίλιους δυο τρόπους να βρεις τη δύναμη να ταπεινώσεις τον εαυτό σου και να καταλάβεις ότι δεν είσαι εσύ και κανένας άλλος. Υπάρχουν κι άλλοι στον πλανήτη που περνάνε πιο δύσκολα και να καταλάβεις ότι ο καθένας έχει τα δικά του και να έχεις ενσυναίσθηση και να είσαι πιο ευαισθητοποιημένος. Εκεί κατάφερα να κάνω ένα βήμα. Ένα βήμα. Δεν παρουσιάζω τον εαυτό μου ως κάτι ουάου. Ούτε καν, κάθε άλλο. Νομίζω όμως ότι στην πορεία της ζωής μας όλοι μας το χάνουμε αυτό. Αλλά πρέπει να ταπεινωνόμαστε και να καταλαβαίνουμε ότι αλλού είναι η ουσία».
Η κουβέντα μας έχει πάει σε πιο βαθιά νοήματα, πέρα από το ποδόσφαιρο, αλλά είσαι και χαβαλές. Θέλω να πάμε λίγο στις πλάκες και στις όμορφες στιγμές που έχεις ζήσει μέσα στα αποδυτήρια, τα οποία πρέπει να είναι και λίγο παιδική χαρά, από την άποψη ότι είναι παιδιά που θέλουν να παίξουν για να προσφέρουν χαρά.
«Στον ΟΦΗ είχαμε χτίσει ένα πολύ οικογενειακό κλίμα κι οι πλάκες που είχαμε κάνει είναι αμέτρητες. Αμέτρητες! Είχαμε κολλήσει σ’ ένα ολόκληρο αμάξι αυτοκόλλητα, με χαρτάκια που κολλάμε στο ψυγείο. Του Διαμαντή! Εχουμε ρίξει αλεύρι και αυγά πάνω σε αμάξι. Θυμάμαι με τον Ντουρμισάι που βγάλαμε τις ρόδες από το αμάξι του Αμπντούλ. Αυτή η καθημερινότητα είναι που σου λείπει όταν σταματάς. Αυτό είναι το ποδόσφαιρο, αυτή η καθημερινότητα, να τη ζεις με φίλους σου και να περνάς όμορφα κάνοντας το επάγγελμά σου».
Πλάκα που σου έχουν κάνει;
«Εμένα δεν με πείραξαν πάρα πολύ. Πιο πολύ εγώ τις έφτιαχνα τις πλάκες. Ψέματα! Μου κολλούσαν στο κρεβάτι του μασάζ το όνομά μου. Επειδή μου άρεσε το μασάζ και πήγαινα και έκανα συνέχεια, είχαν βάλει το όνομά μου σ’ ένα συγκεκριμένο κρεβάτι. Εμένα δεν μου έκαναν κάτι ωραίο για να σου πω την αλήθεια».
Απ’ όλα αυτά που έχεις ζήσει αυτό που σου έχει μείνει από το ποδόσφαιρο ποιο είναι:
«Πέρασα πάρα πολύ ωραία μέσα στο ποδόσφαιρο. Μου έχουν δημιουργήσει έναν χαρακτήρα αρκετά στέρεο και δυνατό. Μπορώ να μπω πλέον στο επόμενο κομμάτι της ζωής μου, στη δεύτερη ζωή μου όπως λέμε και να προσφέρω από έναν νέο ρόλο».
Άρα για εσένα υπάρχει το «σκοτώνω τον ποδοσφαιριστή»; Γιατί για άλλους δεν ισχύει.
«Για εμένα υπάρχει. Προσπαθώ να τον σκοτώσω τον ποδοσφαιριστή μέσα μου αλλά θέλω κι άλλο. Θέλει χρόνο. Θέλει να μπεις και σε μια άλλη διαδικασία, με μια άλλη δουλειά. Να μπεις στο ρόλο του προπονητή και να αρχίζεις σιγά σιγά να τον σκοτώνεις. Εχω μπει σ’ αυτήν τη διαδικασία και νιώθω πολύ καλά για να σου πω την αλήθεια».
Πώς θα ήθελες να είναι τα πράγματα από δω και πέρα στη ζωή σου;
«Κατ’ αρχάς βλέπω τον εαυτό μου μέσα στο ποδόσφαιρο σίγουρα. Κάνω το επόμενο βήμα, αυτό του προπονητή που μου αρέσει πάρα πολύ και τα επόμενα χρόνια να μπορώ να το υποστηρίξω με πιο επιστημονικό και ολοκληρωμένο τρόπο και να επιστρέψω πίσω όλα αυτά που έμαθα και με έκαναν αυτό που είμαι τώρα. Έναν χαρακτήρα που έχει πάρει πολλές εμπειρίες από το ποδόσφαιρο και διψάει για να μαθαίνει και να εξελίσσεται Με έχει κάνει, δε, ανταγωνιστικό και θέλω να κερδίζω συνέχεια μέσα στα ποδοσφαιρικά πλαίσια. Όλο αυτό, αν το ντύσω με εμπειρία και με γνώσεις νομίζω θα μπορέσω να δώσω πίσω απ΄ το δικό μου μετερίζι».
Άρα να περιμένουμε τον Κοσμά πίσω στο ποδόσφαιρο.
«Μακάρι, ναι. Αυτός είναι ο στόχος μου. Τώρα σε αναπτυξιακό ή σε επίπεδο ανδρών, είναι μια διαδικασία που τώρα τη χτίζω».
Τα τατουάζ σημαίνουν κάτι για εσένα;
«Ναι, σημαίνουν. Είναι προσωπικά, τα έκανα από πολύ μικρός και είναι πράγματα, καταστάσεις και λέξεις που ταιριάζουν στα δικά μου βιώματα. Για εμένα αυτό είναι τατουάζ κι όχι μόδα. Είναι να κρατάς για εσένα κάποια πράγματα πάνω σου για πάντα».
Νομίζω ότι έχουμε τα πάντα αλλά και τίποτα γιατί έχεις να πεις πολλά για θέματα που δεν αφορούν το ποδόσφαιρο. Θα θέλαμε να σε ευχαριστήσουμε για τη συνέντευξη στο Gazzetta που στην ουσία δεν είναι μια συνέντευξη. Μοιράστηκες τη ζωή σου μαζί μας.
«Εγώ σας ευχαριστώ. Μια συζήτηση κάναμε, νομίζω δεν έχω κάτι τρομερό να πω όσον αφορά στην καριέρα μου. Θα ήθελα να μείνει ότι δεν είναι όλα ποδόσφαιρο, είναι και ζωή. Αυτό είναι το σημαντικό για εμένα και να αφήσουμε ένα πολύ ωραίο μήνυμα ότι μέσα από τις δυσκολίες προχωράμε».
Πηγή: gazzeta.gr























































